Πέμπτη 21 Ιουνίου 2012

Περί των επιστολών των Αποστόλων


      Πολλοί Χριστιανοί Διαμαρτυρόμενοι στη προσπάθεια τους να υποστηρίξουν το sola scriptura, κηρύττουν ότι τα 27 βιβλία της Κ.Δ. ήταν αποδεκτά στην αρχαία Εκκλησία εξαρχής. Φυσικά, ο καλοπροαίρετος ερευνητής αντιλαμβάνεται ότι η Κ.Δ. δεν είναι Κοράνι και ο ισχυρισμός του sola scriptura αποτελεί θεολογικό ατόπημα, ενώ ταυτόχρονα η έλλειψη συστηματικής διδασκαλίας και έρευνας πάνω σε θέματα Ιστορίας, δείχνει την προχειρότητα με την οποία προσεγγίζουν οι οπαδοί της Διαμαρτυρόμενης κίνησης, τις Ιερές Γραφές. Στο σημερινό άρθρο, θα επιλέξω απόσπασμα απο την Εκκλησιαστική Ιστορία του Ευσέβιου Καισαρείας και θα ταξιδέψουμε μαζί στα εκκλησιαστικά εκείνα χρόνια. 

      «Του Πέτρου λοιπόν αναγνωρίζεται καθολικώς μία επιστολή, η λεγομένη πρώτη, ταύτην δε χρησιμοποιούν εις τα συγγράμματα των και οι παλαιοί πρεσβύτεροι ως αναμφισβήτητον· η δε φερομένη ως δευτέρα, αν και δεν την παρελάβομεν ως κανονικήν, όμως εις πολλούς εφάνη χρήσιμος και εκτιμάται όσον αι άλλαι γραφαί. Το βιβλίον όμως των λεγόμενων Πράξεων αυτού και το επ'ονόματι του φερόμενον ευαγγέλιον ως και το λεγόμενον κήρυγμα αυτού και η καλουμένη Αποκάλυψις αυτού, δεν γνωρίζομεν καθόλου να έχουν παραδοθή μεταξύ των καθολικών βιβλίων, καθ'όσον ούτε κανείς απο τους αρχαίους ούτε κανείς απο τους συγχρόνους μας εκκλησιαστικούς συγγραφείς εχρησιμοποίησε τα εξ αυτών μαρτυρίας. Εις την συνέχειαν της παρούσης Ιστορίας θα φροντίσω ώστε μαζί με τας διαδοχάς να υποδείξω τους κατά καιρούς εκκλησιαστικούς συγγραφείς οι οποίοι χρησιμοποιούν εκ των αντιλεγομένων βιβλίων, και όσα λέγουν ούτοι περί των κανονικών και ομολογουμένων βιβλίων, καθώς και περί των μή κανονικών. Τόσα είναι τα επ'ονόματι του Πέτρου βιβλία, εκ των οποίων μίαν μόνον επιστολήν γνωρίζω ως γνησίαν και ως παραδεδεγμένην απο τους παλαιούς πρεσβυτέρους

      Του δε Παύλου αι δεκατέσσαρες επιστολαί είναι προδήλως και σαφώς ιδικαί του, αν και δεν είναι ορθόν να αγνοήσομεν ότι μερικοί απορρίπτουν την Προς Εβραίους, ισχυριζόμενοι ότι η Εκκλησία των Ρωμαίων αμφισβητεί ότι αυτή είναι του Παύλου. Τα περί αυτής λεχθέντα υπό των προγενεστέρων ημών θα παραθέσω εν καιρώ. Επίσης ούτε τας λεγομένας Πράξεις αυτού παρέλαβον ως αναμφισβητήτους. Επειδή δε ο ίδιος απόστολος εις τους χαιρετισμούς κατά το τέλος της προς Ρωμαίους επιστολής μνημονεύει μετά των άλλων και τον Ερμάν, εις τον οποίον λέγουν ότι ανήκει το βιβλίο του Ποιμένος, πρέπει να γνωρίζομεν ότι και τούτο απο μερικούς μέν αμφισβητείται και δεν τοποθετείται μεταξύ των παραδεδεγμένων, απο άλλους δε κρίνεται ωφελιμώτατον, δι' εκείνους μάλιστα οι οποίοι χρειάζονται στοιχειώδη διδασκαλίαν. Άλλωστε γνωρίζομεν ότι ήδη αναγινώσκεται δημοσία εις ωρισμένας Εκκλησίας και έχω ευρεί ότι χρησιμοποιείται απο μερικούς εκ των παλαιοτάτων συγγραφέων

      Ταύτα προς κατάδειξιν των αναμφισβητήτων και των μή παραδεδεγμένων απο όλους θείων συγγραμμάτων» (Εκκλησιαστική Ιστορία Ευσεβίου Καισαρείας, ΕΠΕ, Α'τόμος, σελ. 247-249). Στον ίδιο τόμο και συγκεκριμένα στη σελίδα 311-313 διαβάζουμε τα εξής:«Φθάσαντες εις το σημείον τούτον, είναι εύλογον να ανακεφαλαιώσωμεν τα αναφερθέντα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Εν πρώτοις φυσικά πρέπει να ταχθή η αγία τετράκτυς του ευαγγελίου, τα οποία ακολουθεί το βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων· μετ'αυτήν δε πρέπει να εγκρίνεται η λεγομένη πρώτη επιστολή του Ιωάννου και ομοίως η του Πέτρου. Εις το τέλος πρέπει να ταχθή, εάν φανή αρεστόν, η Αποκάλυψις του Ιωάννου, περί της οποίας θα εκθέσωμεν τα δέοντα εν καιρώ. Και αυτά μεν περιλαμβάνονται εις τα παραδεδεγμένα. Μεταξύ δε των αμφισβητουμένων, άλλα γνωρίζομένων υπό των πολλών, φέρεται η λεγομένη επιστολή του Ιακώβου και Ιούδα, η δευτέρα επιστολή Πέτρου και η δευτέρα και τρίτη Ιωάννου, είτε εις τον ευαγγελιστήν ανήκουν αυταί είτε εις ομώνυμον με εκείνον».

      Οι λάτρεις των αποστολικών χρόνων και αυτοί που επιδιώκουν να ταυτιστούν με τα χρόνια εκείνα, θα πρέπει να ξεχάσουν μερικές επιστολές, σύμφωνα με το ιστορικό απόσπασμα. Στη θέση τους δε, θα πρέπει να εισχωρήσουν άλλα βιβλία, όπως εκείνο του Ερμά, αν και όχι αποδεκτό απο όλους. Η Έκκλησία όμως έκλεισε τον Κανόνα τον Δ' αιώνα μ.Χ. και έτσι όρισε τα 27 βιβλία της Κ.Δ. Σύμφωνα με κάποιους προτεστάντες όμως, η Εκκλησία εκείνη τη περίοδο βρισκόταν σε αποστασία, οπότε, πώς μπορεί να επικυρωθεί ή να πιστοποιηθεί η απόφαση της αυτή; Πώς μπορεί ο αποστάτης να κηρύξει Θεοπνευστία; Πώς γίνεται ο ειδωλολάτρης να ορίζει τον Κανόνα της Κ.Δ. ;

«Η γαρ αγνοούντας διδάξομεν, ή κακουργούσιν ουκ επιτρέψομεν» 
Μέγας Βασίλειος 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου